Οι ασθενείς με τη νόσο Covid-19, που ζούσαν σε περιοχές με αυξημένα επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης πριν το ξέσπασμα της πανδημίας, κινδυνεύουν περισσότερο να πεθάνουν από τη λοίμωξη, σε σχέση με όσους ζουν σε περιοχές με πιο καθαρό περιβάλλον, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική μελέτη, την πρώτη που κάνει αυτή τη συσχέτιση.
Η μελέτη, που πραγματοποιήθηκε σε βάθος 17 ετών, είναι η πρώτη που εξετάζει τη σχέση μεταξύ μακροχρόνιας έκθεσης σε ατμοσφαιρική ρύπανση μικρών σωματιδίων (PM2,5) – που παράγεται σε μεγάλο βαθμό από καύσιμα αυτοκινήτων, διυλιστήρια και σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας – και τον κίνδυνο θανάτου από το COVID-19 στις ΗΠΑ.
Για την έρευνα εξετάστηκαν 3.080 κομητείες σε ολόκληρη τη χώρα, συγκρίνοντας τα επίπεδα της ρύπανσης του αέρα από μικροσωματίδια (ΡΜ2,5) με τον αριθμό των θανάτων από κορωνοϊό για κάθε περιοχή. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η μικρή αύξηση της μακροχρόνιας έκθεσης σε PM2.5 οδηγεί σε μεγάλη αύξηση του ποσοστού θανάτων από COVID-19, λαμβάνοντας υπόψιν τον πληθυσμό, τον αριθμό των κλινών, τον αριθμό κρουσμάτων COVID-19, τις καιρικές συνθήκες και τις κοινωνικοοικονομικές και συμπεριφορικές μεταβλητές όπως η παχυσαρκία και το κάπνισμα.
“Τα ευρήματα της μελέτης δείχνουν ότι η μακρόχρονη έκθεση στη ρύπανση του αέρα αυξάνει το κίνδυνο για μια πιο σοβαρή έκβαση της νόσου Covid-19″, επισημαίνουν οι ερευνητές της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, σύμφωνα με τους οποίους ακόμη και μια μικρή αύξηση της ρύπανσης σε βάθος χρόνου μπορεί να κάνει πιο σοβαρές τις επιπτώσεις του κορωνοϊού. Oι πόλεις και οι περιοχές με αυξημένη χρόνια ρύπανση, “θα είναι αυτές που θα έχουν υψηλότερο αριθμό νοσηλειών, μεγαλύτερο αριθμό θανάτων και εκεί θα πρέπει να συγκεντρωθούν πολλοί από τους πόρους” σύμφωνα με τη συν-συγγραφέα της μελέτης Francesca Dominici.
Τα μικροσωματίδια ΡΜ2,5 (με διάμετρο έως 2,5 εκατομμυριοστά του μέτρου), προέρχονται από τις εξατμίσεις των οχημάτων, τα εργοστάσια, τα τζάκια κ.α. Η είσοδος τους στον οργανισμό ευνοεί την πρόκληση φλεγμονής και βλαβών στους πνεύμονες, αλλά και σε άλλα όργανα, εξασθενώντας γενικότερα την άμυνα του οργανισμού και τη δύναμη του να καταπολεμά παθογόνους μικροοργανισμούς. Η ρύπανση του αέρα έχει συσχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο για καρκίνο των πνευμόνων, εμφράγματα και καρδιοπάθειες, εγκεφαλικά και πρόωρο θάνατο από διάφορες αιτίες.
Σύμφωνα με προγενέστερες έρευνες, η ρύπανση καθιστά τους ιούς πιο θανατηφόρους. Έρευνα σε θύματα της νόσου SARS το 2003 είχε συμπεράνει ότι ήταν διπλάσια η πιθανότητα να πεθάνει ένας ασθενής που ζούσε σε περιοχή επιβαρυμένη από ρύπανση.
Ίσως δεν είναι τυχαίο ότι τόσο η Γουχάν στην Κίνα όσο και η Λομβαρδία στην Ιταλία είναι περιοχές με υψηλά επίπεδα ρύπανσης, λόγω της μεγάλης βιομηχανικής και άλλης δραστηριότητας. Μέχρι σήμερα πάντως, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει πει ότι είναι πρόωρο να επιβεβαιωθεί η συσχέτιση ανάμεσα στη ρύπανση του αέρα και στη θνητότητα από την Covid-19.